Ο Παντελής Μελισσινός με τη διάσημη τραγουδίστρια και νεανικό είδωλο Ευριδίκη

Ο Παντελής Μελισσινός με τη διάσημη τραγουδίστρια και νεανικό είδωλο Ευριδίκη

«Τα σανδάλια μας είχαν αρχίσει πλέον να περπατούν περήφανα ή νωχελικά στους δρόμους της Αθήνας, της Μυκόνου, της Νέας Υόρκης και όλων των παγκόσμιων μητροπόλεων»

Στην παλαιά αθηναϊκή γειτονιά του Λόρδου Βύρωνα, στου Ψυρρή, υπάρχει ένα μαγαζί όπου το αρχαίο ελληνικό πνεύμα συναντά τη σύγχρονη τέχνη και το αποτέλεσμα είναι χειροποίητα και μοναδικής ομορφιάς αντικείμενα. Εκεί μπορείτε να βρείτε τα καλλιτεχνικά σανδάλια και τα κοσμήματα του Παντελή Μελισσινού. Ο καλλιτέχνης μίλησε στην «Espresso της Κυριακής» για την ιστορία του καταστήματος, την οικονομική κρίση αλλά και για τους επώνυμους πελάτες του…

– Πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με την Τέχνη και τη δημιουργία;
Γεννήθηκα σε καλλιτεχνικό περιβάλλον και μεγάλωσα κάτω από τη σκιά της Ακρόπολης. Μέσα στο ιστορικό υποδηματοποιείο μας, στην Πλάκα (πασίγνωστο στο εξωτερικό από δημοσιεύματα και τηλεοπτικές παρουσιάσεις), μαζεύονταν διανοούμενοι όπως ο Τσαρούχης, ο Σίμων ο Υπαρξιστής, ο Κούνδουρος, ο Καμπανέλης και ο Αργυράκης. Οι συζητήσεις τους με ταξίδευαν σε συναρπαστικούς κόσμους. Ετσι, από νωρίς με τράβηξαν οι τέχνες και ιδιαίτερα η ζωγραφική. Βγαίνοντας από το Λύκειο μπήκα σε εργαστήρι ζωγραφικής για να προετοιμαστώ για τη Σχολή Καλών Τεχνών.

Ηθελα να μάθω τα μυστικά της Τέχνης, αλλά έμαθα και άλλα μυστικά για το πώς γίνονταν οι εισαγωγές στη σχολή μέσω γκομενικών ή ρουσφετολογικών οδών. Αδιαφορώντας για το αν αυτά αλήθευαν ή όχι, την έκανα για Αμερική, που μου φάνταζε πιο φρέσκο τοπίο και μακριά από τους ρατσισμούς και τις κατινιές μιας Ευρώπης επαναπαυμένης σε μουχλιασμένα μεγαλεία. Παρουσίασα το πορτοφόλιό μου στο φημισμένο Parsons School of Design της Νέας Υόρκης και έγινα αμέσως δεκτός. Εκεί πήρα το πτυχίο μου στην εικονογράφηση βιβλίου και αργότερα το μεταπτυχιακό μου στη ζωγραφική. Μετά την αποφοίτησή μου δούλεψα σαν σκηνογράφος ενδυματολόγος του Κέντρου Ελληνικού Πολιτισμού της Νέας Υόρκης και αργότερα ανέλαβα και καλλιτεχνικός διευθυντής του.

 

– Ποιες είναι οι προτάσεις σας για το φετινό καλοκαίρι;
Για τα σανδάλια θα πρότεινα οι γυναίκες να ακολουθήσουν μια πιο απλή γραμμή. Το σανδάλι-υπερπαραγωγή τύπου Bollywood ή το σανδάλι «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο» με τα υπερβολικά φιογκάκια, τα κουδουνάκια και τα στολίδια δεν κολακεύει καθόλου τα πόδια, ειδικά τα παχουλά -τα κάνει σαν να έχουν συμπαρασύρει στο πέρασμά τους χυμένα χριστουγεννιάτικα σκουπίδια.

 

– Ποιοι επώνυμοι Ελληνες και ξένοι έχουν επισκεφθεί το κατάστημά σας;
Σοφία Λόρεν, Τζάκι Ωνάση, βασίλισσα της Ισπανίας, Ρούντολφ Νουρέγιεφ, Μπιτλς, Μελίνα Μερκούρη, Γιάννης Τσαρούχης, Μαρία Κάλλας, Μπάρμπρα Στρέιζαντ, Τζέρεμι Αϊρονς, Κέιτ Μος και αμέτρητοι άλλοι και πρόσφατα και η σύζυγος του Αμερικανού αντιπρόεδρου Τζο Μπάιντεν με την κόρη της και την τεράστια συνοδεία των μυστικών υπηρεσιών της Αμερικής.

 

– Ποιοι Ελληνες επώνυμοι είναι φαν του μαγαζιού σας;
Αυτοί που είναι φαν των σανδαλιών μου το έχουν δηλώσει κατά καιρούς σε συνεντεύξεις τους ή μπορείτε να τους δείτε να χαλαρώνουν φορώντας σανδάλια μου στα ελληνικά νησιά.

 

ΔΙΑΦΗΜΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

– Πώς πάει η τουριστική κίνηση με την κρίση;
Χάλια. Η κρίση εδώ στην Ελλάδα είναι παλιά και δεν είναι τόσο οικονομική όσο ηθική, που έχει να κάνει με τη νοοτροπία και τον πολιτισμό. Εδώ από τον πρώτο μέχρι τον τελευταίο πολίτη της χώρας κανένας δεν έχει κοινωνική συνείδηση, όλοι κοιτάνε την πάρτη τους και κάνουν ό,τι τους καπνίσει ο εγωκεντρισμός τους αδιαφορώντας για τους άλλους και το κοινωνικό σύνολο -είναι σαν να πριονίζουν το κλαδί απ’ όπου κρέμονται. Ολοι αλληλεξαρτόμαστε και γι’ αυτό πρέπει να είμαστε αλληλέγγυοι.

 

– Αντιμετωπίζετε οικονομικά προβλήματα;
Οπως όλοι, με τα νέα σφαγιαστικά, εξαθλιωτικά και αντιαναπτυξιακά μέτρα αντιμετωπίζουμε τεράστια προβλήματα.

 

– Οι τιμές πού κυμαίνονται; Τις έχετε κατεβάσει;
Οι τιμές παραμένουν σχεδόν οι ίδιες για χρόνια, ενώ τα έξοδα ανεβαίνουν συνεχώς και αλματωδώς.

 

– Ποια είναι τα μελλοντικά σχέδιά σας;
Η επιβίωση στα χρόνια της πνευματικής και ηθικής χολέρας και η καλλιτεχνική δημιουργία που λειτουργεί θεραπευτικά. Επίσης, η διαφήμιση της Ελλάδας μέσα από αυτήν τη μικρή γωνιά που έχει χαρακτηριστεί και είναι γνωστή στο εξωτερικό σαν αξιοθέατο, όπως ο Παρθενώνας, και η οποία προσφέρει χειροποίητα ελληνικά σανδάλια μαζί με τέχνη και ποίηση.

 

ΤΟ «ΣΠΑΡΤΙΑΤΙΚΟ» ΠΟΥ ΕΓΡΑΨΕ ΙΣΤΟΡΙΑ

– Μιλήστε μας για την ιστορία του καταστήματός σας…
Το υποδηματοποιείο μας ιδρύθηκε το 1920 από τον παππού μου Γεώργιο Μελισσινό, ο οποίος κατασκεύαζε ορειβατικά παπούτσια -τα αγόραζαν οι αγρότες για να κυκλοφορούν στους αγρούς και η υψηλή κοινωνία για τις ορειβατικές εκδρομές της. Η βασιλική οικογένεια και οι αυλικοί κατέβαιναν τότε στο Μοναστηράκι για τα ορειβατικά του παππού μου και τις αντίκες του Μαρτίνου. Ο παππούς όμως πέθανε το 1954 και έτσι ο γιος του και πατέρας μου, ο Σταύρος (που τότε ήταν νιόπαντρος και σπούδαζε σκηνοθεσία), έπρεπε να αναλάβει την επιχείρηση. Στη μεταπολεμική και μετεμφυλιακή δεκαετία του ’50 όλα φάνταζαν μαύρα.

Ομως, έτσι στα ξαφνικά, γύρω στα τέλη του ’59 με αρχές του ’60, έκανε την εμφάνισή της μια γυναίκα που η μητέρα μου, η Σοφία, αποκαλούσε άγγελο, γιατί μας έφερε καλή τύχη. Ηταν μια Αγγλίδα χορογράφος που χορογραφούσε εκείνη την εποχή ένα αρχαϊκό θέμα και ζήτησε από τον πατέρα μου να της φτιάξει έξι ζεύγη σανδαλιών.

Ο πατέρας μου στην αρχή αρνήθηκε, γιατί ήταν περισσότερο απασχολημένος με την ποίησή του, όμως η μητέρα μου του θύμισε την περιρρέουσα τραγική κατάσταση και εκείνος θέτοντας το ταλέντο του σε λειτουργία έφτιαξε το «Σπαρτιάτικο», ένα σανδάλι με μακριά λουριά που δένονταν στη γάμπα ή και απλώς γύρω από τον αστράγαλο. Για δική του ικανοποίηση έφτιαξε και μερικά άλλα και τα κρέμασε στη βιτρίνα.

Τα είδαν οι πρώτες Αμερικανίδες τουρίστριες που περιδιάβαιναν τους πλακιώτικους δρόμους και το Μοναστηράκι και έπαθαν την πλάκα τους, δεν πίστευαν, αρχαϊκά σανδάλια που ταίριαζαν με τα χίπικα ρούχα τους, γουάου, τα αγόρασαν αμέσως! Ο πατέρας μου σε μία μέρα έβγαλε τόσα χρήματα όσα δεν έβγαζε σε έναν μήνα. «Αυτό είναι», είπε στους μαστόρους του, «σταματάμε τα παπούτσια και αρχίζουμε τα σανδάλια».

 

OI ΜΠΙΤΛΣ

Τα αρχαιοελληνικά σανδάλια είχαν αναγεννηθεί έπειτα από πάροδο χιλιάδων ετών και ήταν έτοιμα να εισβάλουν στην αγορά για καθημερινή χρήση. Κάποιοι μαγαζάτορες του Μοναστηρακίου, βλέποντας το μαγαζάκι μας να φορτώνεται με αρχαιοελληνικά σανδάλια, γέλασαν ειρωνικά. «Πάει ο γιος του γερο-Μελισσινού, τρελάθηκε» έλεγαν για τον πατέρα μου. Οταν όμως έσκασαν μύτη οι Μπιτλς στο μαγαζί μας και έφυγαν με ένα κάρο σανδάλια δημιουργώντας πανικό στον νεαρόκοσμο των 60ς και τεράστια ζήτηση για σανδάλια αυτού του τύπου, τα χαμόγελά τους πάγωσαν.

Τα σανδάλια μας είχαν αρχίσει πλέον να περπατούν περήφανα ή νωχελικά στους δρόμους της Αθήνας, της Μυκόνου, της Νέας Υόρκης και όλων των παγκόσμιων μητροπόλεων. Είχαν αρχίσει να τα φορούν οι πάντες, μέλη του διεθνούς jet set, διανοούμενοι και χίπηδες. Ετσι ξαφνικά, οι εμποράκοι της Πλάκας και του ιστορικού κέντρου που πουλούσαν μέχρι πρότινος εργαλεία, νήματα, συρματοπλέγματα, λάστιχα ή απλώς εξυπνάδα (εν μια νυκτί) αυτοαποκαλέστηκαν σανδαλοποιοί και άρχισαν να πουλούν απομιμήσεις μαζικής παραγωγής ως χειροποίητα ελληνικά σανδάλια τύπου Μελισσινού. Σε κάποια φάση, η ασυδοσία τους για λεφτά φτήνυνε και κατεξευτέλισε τόσο πολύ το σανδάλι, που το ελληνικό κοινό έχασε το ενδιαφέρον του.

Παρ’ όλα αυτά, το εμπνευσμένο από την αρχαία Ελλάδα σανδάλι που ο πατέρας μου πρωτολανσάρησε το ’50 με ’60 σαν είδος καθημερινής χρήσης κυριαρχεί μέχρι σήμερα και με την ίδια μορφή στην παγκόσμια μόδα.

 

Της ΣΑΣΑΣ ΣΤΑΜΑΤΗ / Αθήνα, Τρίτη, 16 Αυγούστου, 2011 – 23:10